«Πίναμε. Κάποια στιγμή η παρέα της έφυγε. Η
κοκκινομάλλα έμεινε μαζί μου. Γύρω στις τρεις ήμασταν οι μόνοι πελάτες. Της
πρότεινα να ‘ρθει σπίτι μου. Δέχτηκε. Αρχίσαμε τα φιλιά από την είσοδο της
πολυκατοικίας, στο ασανσέρ ήμασταν ήδη μισόγδυτοι. Τόσο μεθυσμένοι. Ξάπλωσε στο
κρεβάτι μου, γυμνωθήκαμε τελείως. ¨Μια στιγμή¨, της είπα. Πήγα στον υπολογιστή κι έβαλα στο γιουτιούμπ
τη μελωδία του Λιστ, αλλά στο αθόρυβο. Κάναμε έρωτα και την άκουγα στο μυαλό
μου, σαν σε λούπα, σαν να βρίσκομαι σ’ ένα δάσος με έλατα και πάνω απ’ τις
σκοτεινές κορφές τους, στον ουρανό, παντού γκρίζα σύννεφα.»
(Γιάννης Παλαβός, «Αστείο», εκδόσεις Νεφέλη, 2012)